Νιώθω μια ένταση ένα Σαββατόβραδο
κατά τις εννιά ακριβώς και μόνο από το ράδιο έχω σιγουριά.
Ακούω το τραγούδι μου και επαίρομαι.
Δυναμώνει, μου υποδεικνύει τα δέοντα. Οφείλω...
...να σηκωθώ. Όλοι οφείλουν να κινηθούν δυναμικά.
...να ησυχάσω. Όλοι οφείλουν να αφήσουν την θέση τους.
Θα χάσετε σίγουρα τα μυαλά σας όταν το Ντιτρόιτ αφηνιάσει τρελά.
Σηκωθείτε, όλοι σας οφείλετε να κινηθείτε δυναμικά.
Ησυχάστε, όλοι σας οφείλετε να αφήσετε τις θέσεις σας.
Βραδιάζει έξω.
Εγώ αδημονώ,
η ώρα δέκα ακριβώς και ξέρω ότι πρέπει να βγω έξω.
Πρώτα πίνω κανά ποτό, μετά ανάβω κανά τσιγάρο.
Ξεκινώ το αμάξι μου και προσπαθώ να ανοίξω τη μεταμεσονύχτια αυλαία.
Σηκωθείτε, όλοι σας οφείλετε να κινηθείτε δυναμικά.
Ησυχάστε, όλοι σας οφείλετε να αφήσετε τις θέσεις σας.
Κινούμαι ταχύτατα, αγγίζω τα 140 χλμ ανά ώρα.
Πάω για τάχιστα, αλλά εξακολουθώ να πηγαίνω βραδέως.
Αισθάνομαι υπέροχα, αναζωογονημένος.
Ακούω το τραγούδι μου στο ραδιόφωνο που πάει:
Σηκωθείτε, όλοι σας οφείλετε να κινηθείτε δυναμικά.
Ησυχάστε, όλοι σας οφείλετε να αφήσετε τις θέσεις σας.
Μεσάνυχτα, πρέπει να τα σπάσω.
Μπροστά μου μια νταλίκα περνά με τα μάτια της να με βλέπουν επίμονα.
Ω, Θεέ μου ! Δεν προλαβαίνω να στρίψω.
Πρέπει να γελάσω διότι είναι βέβαιος ο θάνατος. Γιατί ;
Σηκωθείτε, όλοι σας οφείλετε να κινηθείτε δυναμικά.
Σηκωθείτε, όλοι σας οφείλετε να αφήσετε τις θέσεις σας.